Σε ακούω τα βράδια να παρηγορείς.
Σε ακούω τα βράδια να κουνάς ασταμάτητα το καρότσι.
Να βγαίνεις, χειμώνα, στο μπαλκόνι και να ψάχνεις να δείξεις το φεγγάρι.
Σε ακούω τα βράδια να ταΐζεις.
Τάχα να μαλώνεις, ξημερωμένη και κατάκοπη.
Σε ακούω να λες «φτάνει».
Σε βλέπω να σηκώνεσαι το πρωί, παλεύοντας να χαμογελάσεις.
Και να χαμογελάς.
Σε βλέπω να τον αγκαλιάζεις και πίσω σου, στο πάτωμα, έξω από το μπάνιο, να είναι βουνό οι λερωμένες από τον εμετό αλλαξιές του.
Σε ακούω να του μιλάς γλυκά, σε βλέπω να τον αγκαλιάζεις.
Σε ακούω να τον δικαιολογείς, να βλέπεις ότι καλό δεν φαίνεται.
Σε ακούω να τον παινεύεις , να βλέπεις ότι καλό θα φανεί.
Σε βλέπω, Σε ακούω να κάνεις υπομονή.
Να υπομένεις. Να χαμογελάς.
Σε βλέπω, Σε ακούω να αγαπάς.
Σε νιώθω να αγαπάς.
Σε νιώθω να κουράζεσαι, σε ακούω να κουράζεσαι, σε βλέπω να κουράζεσαι.
Να αγαπάς…όπως κανείς.